Ποιες είναι οι Β βιταμίνες;
Το σύμπλεγμα των βιταμινών Β αποτελείται από οκτώ υδατοδιαλυτές βιταμίνες, οι οποίες βοηθούν τον οργανισμό σε πολλές λειτουργίες, από τη μετατροπή του φαγητού σε ενέργεια, μέχρι και την προστασία από διάφορες ασθένειες. Αυτές οι βιταμίνες είναι
- Θειαμίνη (Β1)
- Ριβοφλαβίνη (Β2)
- Νιασίνη (Β3)
- Παντοθενικό οξύ (Β5)
- Πυριδοξίνη (Β6)
- Φολικό ή φυλλικό οξύ (Β9)
- Βιοτίνη (Β7)
- Κοβαλαμίνη (Β12)
Οι β – βιταμίνες μπορούν να συμβάλλουν στη μάχη ενάντια στα καρδιοαγγειακά νοσήματα;
Τα συμπληρώματα Β-βιταμινών μειώνουν την αυξημένη συγκέντρωση ομοκυστεΐνης, ενός αμινοξέως που υπάρχει άφθονο στις ζωικές πρωτεΐνες και αποτελεί παράγοντα σοβαρού κινδύνου για καρδιαγγειακές νόσους, αποδεικνύοντας ότι εκτός από τις άλλες πολύτιμες χρήσεις τους θωρακίζουν και την καρδιά.
Δεδομένου ότι ένας από τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί το σώμα μας για να αποφεύγει την υψηλή συγκέντρωση ομοκυστεΐνης στο αίμα είναι η μεθυλίωσή της σε μεθιονίνη με καταλύτη την Β12, η χρήση συμπληρώματος βιταμινών Β 6-9-12 έχει βοηθητικό ρόλο στην μείωση των επιπέδων της ομοκυστεΐνης.
Τι είναι η ομοκυστεΐνη και πως επηρεάζει την καρδιοαγγειακή υγεία;
Η ομοκυστεΐνη είναι ένα αμινοξύ που παράγεται στον οργανισμό ως προϊόν του μεταβολισμού πρωτεϊνούχων τροφών (κρέας, πουλερικά, όσπρια) και προσλαμβάνεται μέσω της διατροφής είναι μια ουσία δηλαδή που παράγεται μέσα στο σώμα μας ως τοξικό κατάλοιπο του μεταβολισμού.
Παρά την προοδευτική μείωση της θνησιμότητας λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων που συνέβη την τελευταία δεκαετία, οι καρδιαγγειακές νόσοι παραμένουν η μεγαλύτερη αιτία θνησιμότητας και αναπηρίας παγκοσμίως. Εκτός από τους παραδοσιακούς παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, η συστημική υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η δυσλιπιδαιμία, το κάπνισμα, η παχυσαρκία ή η μειωμένη σωματική δραστηριότητα, έχουν αναγνωριστεί και άλλοι παράγοντες, όπως το μεταβολικό σύνδρομο, η υπερ-ινωδογοναιμία, η λευκωματουρία, η CRP κ.ά. Μεταξύ αυτών, τα αυξημένα επίπεδα ομοκυστεΐνης ταυτοποιήθηκαν ως ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακές νόσους.
Η ομοκυστεΐνη, που περιέχει θείο, είναι ένα ενδιάμεσο προϊόν που προέρχεται από απομεθυλίωση της διατροφικής μεθειονίνης, ένα βασικό συστατικό (αμινοξύ) που υπάρχει άφθονο στις ζωικές πρωτεΐνες. Τα αυξημένα επίπεδα ομοκυστεΐνης μπορούν να προκαλέσουν διάφορες καρδιαγγειακές παθήσεις. H ομοκυστεΐνη μπορεί να δράσει με έμμεσους μηχανισμούς, όπως η υπομεθυλίωση του DNA, ή με το άμεσο αποτέλεσμά της, όπως η ενδοθηλιακή δυσλειτουργία, το οξειδωτικό στρες, η φλεγμονή, η αυξημένη συσσωμάτωση αιμοπεταλίων ή τοξική δράση.
Η αυξημένη συγκέντρωση ομοκυστεΐνης στον ορό προκαλεί υπομεθυλίωση του DNA, κάτι που ενοχοποιείται για τη δημιουργία αθηροσκλήρωσης. Ένας άλλος μηχανισμός μέσω του οποίου η ομοκυστεΐνη ευνοεί τη δημιουργία αθηρωματώσεων είναι η επίδρασή της στην LDL (κακή χοληστερίνη), την οποία κάνει πιο ευάλωτη στη οξείδωση με αποτέλεσμα την δημιουργία αθηρωμάτωσης.
39